“Να γίνεις η αλλαγή που θέλεις να δεις στον κόσμο”, Γκάντι.
Όταν ήρθα εδώ πριν από 4 χρόνια σχεδόν, μου δόθηκε μια ανήκουστη ευκαιρία να αλλάξω. Εδώ, σκέφτηκα, δεν με γνώριζε κανείς. Οι σχέσεις μου με τους συμφοιτητές μου θα ήταν ένα “κενό ερμάριο” και οι τωρινές μου πράξεις και τα λεγόμενα μου θα καθόριζαν το ποιος θα είμαι για το υπόλοιπο της τετραετίας (;) που θα σπαταλούσα στο Νησί. Αρκετοί πιστεύουν ότι δεν μπορείς να αλλάξεις το παρελθόν. Μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά στην περίπτωση μου/μας είχαμε την ευκαιρία να ξεχάσουμε το παρελθόν. Και φυσικά αυτό ισχύει για κάθε πρωτοετή ελλαδίτη φοιτητή.
Άλλοι αποφάσισαν να μείνουν οι ίδιοι, άλλοι άλλαξαν ραγδαία, ποικιλοτρόπως ο καθένας τους και άλλοι αποκόπηκαν από το σύνολο και την μικροκοινωνία μας αναλώνοντας το χρόνο τους βλαστημώντας την ώρα και την στιγμή που ήρθαν στην Κύπρο. Για εμένα, οι τελευταίοι, απέτυχαν να καταλάβουν την αξία της ευκαιρίας που τους δόθηκε ουρανοκατέβατα, ή ακόμα και την ίδια την ύπαρξη της. Παρόλα αυτά όλες οι αποφάσεις είναι σεβαστές. Μπήκαμε σε ένα πανεπιστήμιο/σχολείο όπου οι καθηγητές μας απειλούσαν να μας κόψουν με τον όρο των τριών απουσιών και οι γονείς μας τρέμαν με την ιδέα να διαγραφούμε από το πανεπιστήμιο και να πάνε στράφι όλος ο χρόνος και τα χρήματα που ξόδεψαν.
Βρήκα μια διαφορετική αντίληψη του πανεπιστημιακού χώρου από αυτήν που είχα συνηθίσει. Οι παρατάξεις τρώγονταν για το ποιος θα κάνει πρώτος το πάρκινγκ στο πανεπιστήμιο για να μπορούν να παρκάρουν το αυτοκίνητο του μπαμπά, αντί να αγωνίζονται για την δημιουργία των ανύπαρκτων μέσων μεταφοράς. Οι αστυνομικοί και οι στρατιωτικοί περιπολούσαν ανοιχτά στους χώρους της ανωτάτης εκπαίδευσης. Δεν θέλω να δικαιολογήσω τα λεγόμενα μου, αλλά θα έπρεπε να ξέρουν οι φοιτητές ότι η Δημοκρατία φτιάχτηκε για να προστατεύει αυτούς που διαφωνούν με την καθεστηκυία τάξη και τα τετριμμένα συστήματα και όχι για αυτούς που συμφωνούν μαζί της. Άλλωστε οι τελευταίοι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν.
Δεν μιλάω για βόμβες μολότοφ, απλώς για την πιο υγιή αντίδραση που φέρνει ένα δημοκρατικό πολίτευμα δηλαδή, την πρόοδο μέσα από την ανατροπή των καρεκλοκένταυρων και την εκκαθάριση της σήψης όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα στην κοινωνία. Έτσι και το άσυλο υπάρχει για να προστατεύει ιδέες που μπορεί να αλλάξουν το κόσμο όπως τον γνωρίζουμε σήμερα (καλώς ή κακώς). Η εξυγίανση λοιπόν της αστυνομίας μέσα από ανοιχτό και δημόσιο διάλογο δεν μπορεί να γίνει όταν στο δίπλα τραπέζι έχουμε έναν αντιπρόσωπο της κρατική καταστολής με στολή ή χωρίς. Ένας από τους λόγους είναι προφανώς επειδή αυτός έχει όπλο, χειροπέδες και άλλα μέσα και εγώ δεν έχω τίποτα και έτσι αυτομάτως θα φοβηθώ να μιλήσω ανοιχτά για θέματα όπως το προηγούμενο. Κάτι το οποίο είναι πέρα για πέρα φυσική αντίδραση του οργανισμού ή με άλλα λόγια το ένστικτο της επιβίωσης που υπάρχει σε όλους μας. Βέβαια όλα αυτά υπάρχουν όταν το περιεχόμενο στο οποίο αναφερόμαστε είναι δημοκρατικό. Εδώ είναι;
Ο σκοπός του κειμένου δεν είναι να δείξει τίποτα περισσότερο από τα όσα βλέπουμε κάθε μέρα. Βλέπουμε 45άριδες που το Σάββατο το βράδυ κυκλοφορούν μέσα στη μερσεντές που απέκτησαν μετά κόπων και βασάνων και στο δίπλα κάθισμα μια Κινεζούλα, Φιλιππινέζα, Μπαγκλαντεσιανή... τους σύγχρονους αμειβόμενους δούλους, δηλαδή, πάνω στους οποίους στηρίζεται η σύγχρονη Κύπρος. Και αυτό φυσική αντίδραση του οργανισμού τους είναι. Αρραβωνιάστηκαν στα 18 τους, πήγαν 2 χρόνια στρατό, με κατοχυρωμένη μια θέση στο πανεπιστήμιο. Δοκίμασαν μόνο ένα “φρούτο” και αφού τους πέσαν τα μαλλιά από τα δάνεια, τα σχολικά έξοδα των παιδιών τους, την ασφυκτική εκπαίδευση που τους πρόσφεραν και την λιγοστή διασκέδαση που γεύτηκαν ως τώρα... ξαφνικά ανακάλυψαν ότι υπάρχει και η ευχαρίστηση του εαυτού τους, η καταπολέμηση των κόμπλεξ τους μέσα από τον αγοραίο έρωτα και τα πανάκριβα αμάξια και εν συνεχεία η όδευση προς μια ευτυχισμένη “γεμάτη” ζωή και η κατάληξη σε έναν χολιγουντιανό θάνατο με όλους τους συγγενείς γύρω από το νεκροκρέβατο τους, την απατημένη γυναίκα τους και τα 2-3 κουτσούβελα που αράδιασαν στον δρόμο για να να πειραματιστούν με νέες τακτικές καταπίεσης.
Ένας συμφοιτητής μου, μου είχε δώσει ως λύση να φύγω. Αν δεν σου αρέσει, σήκω και γύρνα στη χώρα σου, μου είπε. Ο ίδιος είναι φυσικά που μετά μου αράδιασε όλα τα κακά των ελληνικών πανεπιστήμιων και πως αυτός τα άντεξε και τελικά πήρε το πτυχίο του με ένα χρόνο καθυστέρηση λόγω καταλήψεων. Άντεξε φυσικά και δεν τα παράτησε... αφού πρώτα αποφάσισε να αυτοεξοριστεί στο δωμάτιο του παρέα με το ΡΙΚ 1 και το ΡΙΚ2.
Το πρώτο καιρό είχα νέα που ήθελα να μοιραστώ με όλο το κόσμο που είχα αφήσει πίσω στην πόλη μου, να αναρωτιέται αν περνάω καλά. Στην αρχή η επικοινωνία ήταν συχνή, μετά κατάντησε ανούσια. Όσον και αν προσπαθούσα να τους εξηγήσω τι γίνεται εδώ πέρα δεν μπορούσαν να με καταλάβουν. Όπως ακριβώς ένας ινδουιστής πεθαίνει της πείνας επειδή θεωρεί αμαρτία να τρως το “ιερό ζώο”, την αγελάδα δηλαδή, ακόμα και αν η αγελάδα περιπλανιέται αμέριμνη και απολύτως ασφαλισμένη, στο παραδίπλα αγρό, έτσι και εγώ κατάντησα να παραπονιέμαι απαρηγόρητα σε ανθρώπινους τοίχους.
Είναι ο μικρός πληθυσμός με αποτέλεσμα όλοι να γνωρίζονται μεταξύ τους;
Είναι ο πλούτος που διάβρωσε τις καθημερινές τους σχέσεις;
Είναι το “Κυπριακό”;
Είναι οι οξαποδώ/Τουρκοκύπριοι;
Είναι τα κόμματα και οι παρατάξεις;
Τι είναι αυτό που κάνει την Κύπρο τόσο ιδιαίτερη; Ένας φίλος μου πήγε να τα τινάξει, άλλος έπεσε σε κατάθλιψη, άλλοι το ρίξανε στα βαριά ναρκωτικά και άλλοι στο μεθύσι, άλλοι πάλι την είδανε νταβάδες και παράγοντες της νύχτας, και άλλοι πιστέψανε ότι μόνο οι εκρηκτικοί μηχανισμοί θα σώσουν την κατάσταση. Σχεδόν ΟΛΟΙ ανεξαιρέτως προσπάθησαν να αποφύγουν την καθημερινή ζωή όπως αυτή παρουσιάζεται σε αυτή την άκρη της γης με μοναδικό σκοπό να “ξεχάσουν”, τι γίνεται έξω από την πόρτα τους, στην καφετέρια, στο πανεπιστήμιο. Είδα ανθρώπους, φίλους μου, εντελώς φυσιολογικούς να βάζουν τα κλάματα, και άλλους να τρέχουν στην μέση της Καλλιπόλεως έχοντας καταρρεύσει πνευματικά, παρακαλώντας για ένα αμάξι να τους πατήσει.
Δεν με ενδιαφέρει να απαριθμήσω τα κακώς κείμενα αυτού του τόπου. Είναι τόσο οφθαλμοφανής η κατάσταση που μόνο ο πεθαμένος δεν τα βλέπει. Δεν έχω σκοπό να αλλάξω τίποτα. Άλλωστε πιστεύω ότι θα αλλάξει αυτός που θέλει να αλλάξει. Θα κλείσει την τηλεόραση του, αυτός που θέλει να την κλείσει και θα διαβάσει αυτό το κείμενο αυτός που θέλει να το διαβάσει. Από όλους τους άλλους δεν περιμένω τίποτα. Είναι τα πειθήνια όργανα, οι μάζες που συχνάζουν στα βοσκοτόπια των ΜΜΕ, αυτοί για τους οποίους δεν θα ασχοληθεί ποτέ η ιστορία ούτε και οι μελλοντικές γενεές. Απλώς εάν δεν τα βγάλω από μέσα μου πιστεύω ότι ουσιαστικά θα απαρνούμαι την ύπαρξη της Κύπρου και κατά συνέπεια τα φοιτητικά μου χρόνια. Η Κύπρος είναι εδώ και ασφυκτιά. Πουθενά και σε καμία χώρα δεν είναι τέλεια. Σε κανένα μέρος του κόσμου. Δεν χρειάζεται να γυρίσεις το γη για να το καταλάβεις, αλλά ούτε και να διαβάσεις Κούντερα.
Οι καθηγητές μου διδάσκουν με τέτοιο εγωισμό και στόμφο που κανείς θα νόμιζε ότι μπήκε στο μάθημα της Πυρηνικής Φυσικής 101 και ότι άμα δεν προσέξω ή δεν παραστώ σε ένα μάθημα όπως ρητά απαγορεύουν οι Κανονισμοί του Πανεπιστημίου Κύπρου τότε ενδέχεται να κάνω λάθος με αποτέλεσμα να ανατιναχτεί το Πυρηνικό Εργοστάσιο στην Λάρνακα. Παραμυθιάζουν τους εαυτούς τους με εντυπώσεις που ακούνε από γλοιώδεις συμφοιτητές μου που μόνο σκοπό έχουν ένα 10αρί αντί για το 9,5 που πιθανόν να τους βάλει ο καθηγητής. Οι δε φοιτητές πραγματικά κρέμονται από τα χείλια των καθηγητών τους. Ανοίγουνε το στόμα τους μόνο αν τους το ζητήσει ο καθηγητής και ποτέ μα ποτέ δεν εκφέρουν γνώμη, εκτός φυσικά αν συζητάει ο καθηγητής (μόνος του) για το Κυπριακό ή κάποιο άλλο θέμα οπότε εκεί η ηθική τους, τους αναγκάζει να διατυπώσουν τις απόψεις που έχουν αποστηθίσει το προηγούμενο βράδυ από τα φυλλάδιο της μπλε, κόκκινης, πράσινης, γαλάζιας... παράταξης. Καλοκουρδισμένα ανδροειδή με λίγα λόγια.
Δεν θέλω να πιστεύω ότι είμαι ισοπεδωτικός αλλά ούτε και μηδενιστής. Παντού υπάρχουν εναλλακτικά μυαλά, που όταν όλοι λένε “κόκκινο!” αυτή αναρωτιούνται “μα γιατί κόκκινο;”. Με το ίδιο σκεπτικό υπάρχουν οι μπάτσοι αλλά υπάρχουν και οι αστυνομικοί, υπάρχουν οι δάσκαλοι αλλά υπάρχουν και οι δάσκαλοι/δημοσιο-υπαλληλίσκοι, υπάρχουν οι τύραννοι αλλά υπάρχουν και οι ευεργέτες. Οι κύπριοι που κατάφερα να συνεννοηθώ μαζί τους είναι αυτοί που όταν τους γνώρισα με ρώτησαν μια ερώτηση που τότε την έβλεπα γελοία αλλά πλέον θα την ρωτούσα και εγώ με την σειρά μου: “Μα γιατί ήρθες εδώ;”, “Ξέρεις τι έκανες στον εαυτό σου;”. Είναι άνθρωποι που θέλουν σαν τρελοί να φύγουν από εδώ αλλά δεν μπορούν ο καθένας για δικό του λόγο. Βέβαια είναι εύλογο το ερώτημα: πως μπορεί κάποιος να φύγει;
Πώς μπορεί κάποιος να φύγει όταν από μικρά παιδιά τους βάζουν στα σχολεία με το τετράδιο να έχει για εξώφυλλο την Κερύνεια και από πάνω το γνωστό “ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ”. Συνεχίστε έτσι και σίγουρα θα λυθεί το Κυπριακό... Οι κύπριοι δεν έχουν βαριά βιομηχανία όμως σίγουρα είναι επαγγελματίες στην αποχαύνωση των εαυτών τους και τη πλύση εγκεφάλου... Από νωρίς κιόλας άγουρα και ευκολόπιστα μυαλά είναι στο έλεος του κάθε κομπλεξικού καθηγητή ο οποίος έχει σαν μοναδικό του χρέος όχι να τους αποκαλύψει ότι ο καθένας μπορεί και σκέφτεται διαφορετικά αλλά ότι οι Τούρκοι είναι οι εχθροί, το χρήμα φέρνει ευτυχία, ότι ο Χρηστός ήταν Κύπριος και ότι άλλη αηδία κατεβάσει το μυαλό του κάθε διεστραμμένου δασκάλου/χαλιναγωγού. Μετά στην δεύτερη βαθμίδα της εκπαίδευσης κατακλύζονται από τις παρατάξεις και τα διδάγματα των γονιών τους από ανούσιες υποσχέσεις και ευχολόγια. Και όταν φτάσουν στο πανεπιστήμιο όπου έχουν την μια και μοναδική ευκαιρία απεξάρτησης από όλον αυτό τον κατακλυσμό στρατολογήσεων που δέχτηκαν τα προηγούμενα χρόνια, τότε δυστυχώς είναι αργά γιατί στην ουσία δεν έχουν περάσει σε ένα χώρο παραγωγής γνώσης αλλά στην Τετάρτη, Πέμπτη, Έκτη και Έβδομη τάξη του λυκείου... και το ολοκαύτωμα συνεχίζεται.
Είμαι ένα κείμενο ανένταχτο και αχρωμάτιστο, όχι από πείσμα ή για να δείξω την διαφορετικότητα μου σε έναν γιγαντιαίο κόσμο όπου οι ομοιογένειες χάνονται, αλλά επειδή αρνούμαι σαν αδέσποτο σκυλί που είμαι να αποκτήσω κάποιον αφέντη που θα μου καθορίζει τι και που θα φάω. Το πως θα ζήσω μου το καθορίζει η ηθική που φρόντισαν να μου παραδώσουν οι γονείς μου. Να μην πειράξω κανέναν, να μην κλέψω ποτέ μου, να μην σκοτώσω, και πάντα να αναρωτιέμαι το γιατί και το πως το πράξεων μου και των άλλων όχι απαραίτητα επειδή είναι ανάγκη να ανακαλύψω σαν γελοίος δημοσιογραφίσκος συνωμοσίες και ίντριγκες αλλά επειδή έτσι δεν θα “κοιμηθεί” ποτέ τα μυαλό μου.
Ο πατέρας μου, μου είχε πει: “Ποτέ μου δεν θα σου πω κάτι για το οποίο δεν γνωρίζω το σωστό αλλά ούτε και θα σου κρύψω την αλήθεια”. Έτσι και εγώ αγαπητέ αναγνώστη, σου παραθέτω τα όσα έχω βιώσει και τα όσα γνωρίζω. Αν δεν θέλεις να τα πιστέψεις ή έχεις ήδη απαρνηθεί αυτές τις σειρές τότε έχουμε καταφέρει κάτι το πραγματικά δημοκρατικό και αξιοπρεπές. Αν νομίζεις ότι είμαι κάποιος μισητός εχθρός που τα γράφει όλα αυτά σε κάποια υπόγεια γιάφκα με δόλιους σκοπούς τότε αυταπατάσαι. Δεν θέλω να ταράξω ούτε το σύστημα σου, ούτε την ρουτίνα σου αλλά ούτε και το “γλυκό σου ύπνο”...
-Ξύπνα Ντόροθι, φτάσαμε κιόλας στο Κάνσας...
Υ.Γ. Αφού έχουμε δημοκρατία γιατί γράφω ανυπόγραφα;
Όλες οι απαντήσεις στο επόμενο επεισόδιο...